- καταγένεση
- ηβιολ. παλίνδρομη ή ανάστροφη εξέλιξη τών ειδών —αντίρροπη προς τη βαθμιαία εξέλιξη— κατά την οποία όσοι χαρακτήρες αποβαίνουν άχρηστοι υποχωρούν και εκλείπουν για να αναπτυχθούν άλλοι χαρακτήρες ωφέλιμοι για το είδος σε νέες συνθήκες περιβάλλοντος.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. catagenesis < cata- (πρβλ. κατα-) + genesis (πρβλ. γένεσις)].
Dictionary of Greek. 2013.